ΟΡΙΣΜΟΣ
01
Η βοτουλινική τοξίνη (αλλαντική τοξίνη) είναι μια νευροτοξίνη η οποία παράγεται από το αναερόβιο βακτήριο «κλωστηρίδιο της αλλαντίασης». Η πρώτη επιτυχής εφαρμογή της βοτουλινικής τοξίνης πραγματοποιήθηκε την δεκαετία του ’70 σε εξοφθάλμιους μύες προκειμένου να βελτιωθεί ασθενής από στραβισμό.
Έκτοτε η χορήγηση ενέσεων βοτουλινικής τοξίνης βρήκε εφαρμογή σε ένα πλήθος νοσημάτων τα οποία χαρακτηρίζονται από: μυϊκούς σπασμούς, σπαστικότητα (μυϊκή υπερτονία), τρόμο (τρέμουλο), πόνο και διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος μετά από αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, κρανιοεγκεφαλική κάκωση, πολλαπλή σκλήρυνση, κάκωση νωτιαίου μυελού, εγκεφαλίτιδα κλπ.
ΤΡΟΠΟΣ ΔΡΑΣΗΣ
02
Η βοτουλινική τοξίνη δρα στις απολήξεις των περιφερικών νεύρων εμποδίζοντας την απελευθέρωση της ακετυλοχολίνης (βασικός διαμεσολαβητής για την επικοινωνία νεύρου-μυός) στη συναπτική σχισμή. Έτσι, οι μυϊκές ίνες δεν λαμβάνουν εντολή για σύσπαση, οι υπέρτονοι μύες χαλαρώνουν και με τον τρόπο αυτό λύεται ο σπασμός με αποτέλεσμα την ανακούφιση του ασθενούς από τον πόνο.
Η βοτουλινική τοξίνη εγχέεται στον μυ που πάσχει σε συγκεκριμένα σημεία, υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση και πολύ λεπτή βελόνα, χωρίς να είναι επώδυνο για τον ασθενή. Σημαντικό είναι να γνωρίζει ο ασθενής ότι όσο νωρίτερα αντιμετωπιστεί η σπαστικότητα τόσο καλύτερα και γρηγορότερα είναι τα αποτελέσματα δεδομένου ότι εάν περάσει αρκετός χρόνος, η σπαστικότητα εγκαθίσταται και οδηγεί σε μόνιμες βλάβες της λειτουργικότητας των μυών (συγκάμψεις). Στις περιπτώσεις αυτές η βοτουλινική τοξίνη προσφέρει μόνο ανακούφιση από τον πόνο.
Το αποτέλεσμα της χαλάρωσης των μυών, όπου έγινε η έγχυση, γίνεται εμφανές μετά από λίγες ημέρες , διαρκεί 3–4 μήνες και σε ορισμένες περιπτώσεις, έως και 6 μήνες. Ως εκ τούτου η έγχυση χρειάζεται να επαναλαμβάνεται ανά χρονικά διαστήματα (συνήθως τρείς συνεδρίες ετησίως αρκούν). Η χρήση της τοξίνης σε ασθενείς με σπαστικότητα προσφέρει τα μέγιστα αποτελέσματα όταν γίνεται σε συνδυασμό με θεραπεία αποκατάστασης.
ΣΕ ΠΟΙΕΣ
ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ
03
- ΣΠΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ (μόνιμη ή παροξυσμική)
Είναι η παθολογική υπερτονία των μυών και μπορεί να συνοδεύεται από σπασμούς ή και πόνο. Συμβαίνει έπειτα από ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, από κρανιοεγκεφαλική κάκωση, εγκεφαλική παράλυση, όγκους, τραυματική βλάβη του νωτιαίου μυελού, και σκλήρυνση κατά πλάκας. - ΔΥΣΤΟΝΙΕΣ
Πρόκειται για μια κινητική διαταραχή που χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενους, ακούσιους μυϊκούς σπασμούς. Εστιακές μορφές δυστονίας αποτελούν το ραιβόκρανο (αυχενική δυστονία), ο βλεφαρόσπασμος και ο ημίσπασμος του προσώπου (συνεχείς μυϊκές συσπάσεις της μιας πλευράς του προσώπου που οφείλονται συνήθως σε πίεση του προσωπικού νεύρου). - ΧΡΟΝΙΑ ΗΜΙΚΡΑΝΙΑ
Στην περίπτωση αυτή η ένδειξη για χρήση βοτουλινικής τοξίνης είναι οι κεφαλαλγίες για τουλάχιστον 15 μέρες τον μήνα, από τις οποίες τουλάχιστον 8 ημέρες με ημικρανία και χωρίς ιδιαίτερη βελτίωση με την per-os φαρμακευτική αγωγή, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών. - ΔΥΣΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΗΣ ΟΥΡΟΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΗΣ
- ΜΑΣΧΑΛΙΑΙΑ ΥΠΕΡΙΔΡΩΣΙΑ
ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
- Εγκυμοσύνη και θηλασμός
- Υπερευαισθησία σε συστατικά του σκευάσματος
- Φλεγμονές δέρματος στα σημεία της έγχυσης
- Ουρολοιμώξεις (σε εγχύσεις της ουροδόχου κύστης)
- Παθήσεις της νευρομυϊκής σύναψης (Μυασθένεια Gravis, σύνδρομο Lambert-Eaton)
ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
- Απλή διαδικασία εφαρμογής χωρίς να προϋποθέτει ειδική προετοιμασία από τον ασθενή
- Η φαρμακευτική αγωγή για την αντιμετώπιση της σπαστικότητας μπορεί να μειωθεί ή ακόμα και να διακοπεί αποφεύγοντας έτσι τις ανεπιθύμητες ενέργειες των φαρμάκων αυτών (γαστρεντερικές διαταραχές)
- Η τοπική έγχυση βοτουλινικής τοξίνης είναι στοχευμένη μόνο στους εν σύσπαση μύες σε αντίθεση με τα από του στόματος μυοχαλαρωτικά που δρουν σε όλο το μυϊκό σύστημα προκαλώντας συστηματικές παρενέργειες
- Οι ανεπιθύμητες ενέργειες είναι ελάχιστες και παροδικές και δεν επανεμφανίζονται, με την κατάλληλη ρύθμιση της δόσης
- Σημαντική η συμβολή της στο γενικό πρόγραμμα αποκατάστασης με φυσικοθεραπεία